μελοποιίας

μελοποιίας
μελοποιίᾱς , μελοποιία
making of lyric poems
fem acc pl
μελοποιίᾱς , μελοποιία
making of lyric poems
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • КАЛОФОНИЧЕСКОЕ ПЕНИЕ — Аколуфии. 1336 г. (Athen. Bibl. Nat. 2458. Fol. 1) Аколуфии. 1336 г. (Athen. Bibl. Nat. 2458. Fol. 1) [калофония; греч. καλοφωνία, от καλός прекрасный и φωνή голос, звук], греч. певч. стиль, расцвет которого приходится на 2 последних столетия… …   Православная энциклопедия

  • ήχος — Διάδοση σε ένα ελαστικό μέσο των ταλαντώσεων που μεταδίδει σε αυτό ένα ταλαντούμενο σώμα (ηχητική πηγή). Συνήθως ή. ονομάζεται και το αποτέλεσμα που παράγεται από τις ελαστικές ταλαντώσεις στο εσωτερικό αφτί. Για το φυσιολογικό ανθρώπινο αφτί, το …   Dictionary of Greek

  • μίξη — και μείξη, η (ΑΜ μίξις, εως, Α και μεῑξις) [μ(ε)ίγνυμι] 1. η ενέργεια τού μιγνύω, ανάμιξη, ανακάτωμα («σηπομένου τοῡ ὕδατος καὶ μίξιν τινὰ λαμβάνοντος πρὸς τὴν γῆν», Θεόφρ.) 2. η επαφή, η συνεύρεση με άλλο πρόσωπο (α. «σαρκική μίξη» β. «μίξις… …   Dictionary of Greek

  • πλοκή — η, ΝΑ 1. πλέξιμο 2. μτφ. τρόπος με τον οποίο διαρθρώνονται και συνδέονται γεγονότα και επεισόδια λογοτεχνικού κειμένου, τραγωδίας ή δράματος, το δέσιμο τού μύθου, η εξέλιξη τής δράσης νεοελλ. (βυζ. μουσ.) κανόνας μελοποιίας που συνίσταται στην… …   Dictionary of Greek

  • σύνθεση — Η τοποθέτηση ενός πράγματος μαζί με άλλο, η αρμονική ένωση μερών ή στοιχείων του, για να δημιουργηθεί από αυτά ένα σύνολο, η συναρμολόγηση. Στη γραμματική, σ. λέγεται η ένωση δύο λέξεων σε μία, όπως π.χ. των λ. αστραπή και βροντή = αστραπόβροντο …   Dictionary of Greek

  • Αριστόξενος ο Ταραντίνος — (4ος αι. π.Χ.).Μουσικός και φιλόσοφος. Γεννήθηκε στον Τάραντα, αλλά έζησε και ανέπτυξε τη δράση του κυρίως στην Ελλάδα. Σε νεαρή ηλικία μυήθηκε στις πυθαγόρειες μουσικές και φιλοσοφικές διδαχές. Γύρω στο 343 π.Χ. εγκαταστάθηκε στην Πελοπόννησο.… …   Dictionary of Greek

  • АВАСИОТ — [Васиот; греч. ̓Αβασιώτης (Βασιώτης)] Николай, визант. мелург нач. XIV в. Муз. кодекс афонского мон ря вмч. Пантелеимона № 938 (кон. XV нач. XVI в.) на листе 125 содержит его имя Николай. Свидетельства рукописей (напр., Матиматарий Athen. Cpolit …   Православная энциклопедия

  • АГАЛЛИАН МАНУИЛ — [греч. ̓Αγαλλιανός Μανουήλ], визант. мелург 1 й пол. XIV в. В рукописях часто встречается его херувимская песнь на 2 й хроматический глас. А. М. называют доместиком, вероятнее всего, Великой ц. Первое свидетельство о составлении антологии его… …   Православная энциклопедия

  • АГАФОН КОРОНИС — [греч. ̓Αγάθων Κορώνης], визант. мелург 1 й пол. XIV в. Его сочинения содержатся во многих рукописях визант. и поствизант. периодов это стихи « » (Εὐφρανθήσεται Κύριος Пс 103. 31) и « » (̀ρδβλθυοτεΑισω τῷ Κυρίῳ Пс 103. 33); стих « …   Православная энциклопедия

  • АКАФИСТ — [греч. ὕμνος ἀκάθιστος гимн, при пении к рого не сидят; церковнослав. ]. 1. Хвалебно догматическое песнопение ко Пресв. Богородице (4 го плагального, т. е. 8 го, гласа) (далее А. Богородице); в поздневизант. время стало называться «икосы» (οἶκοι) …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”